Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2018

κόκκινο ρόδο.

Μια απλή κοπέλα
σε κανονικές διαστάσεις
με έντονους ώμους, όμως.
Ένα άτομο μερικές φορές γλυκό,
με ψυχολογικά σκαμπανεβάσματα
ανάλογα τον έρωτα την εποχή,
το χανγκόβερ και τη περίοδό της.
Μια ικανοποιητική 
περίπτωση μυαλού,
ένα κορίτσι-μαλάκας άλλοτε,
ενδεχομένως μια πρόεδρος
των Ηνωμένων Εθνών,
μια πριγκίπισσα της Αραβίας,
μια Ολλανδέζα που μαζεύει τουλίπες.
Μια νευριασμένη κόρη
μελλοντική πτυχιούχος
πανεπιστημιακών σπουδών.
Μια ιδιοκτήτρια σκύλου
και κλειδιών, ενοικιάστρια
ενός κεντρικού διαμερίσματος,
πιθανόν σέρφερ 
που χαϊδεύει καρχαρίες
στο Σίδνεϊ σε σχέση 
ή τελοσπαντων κι ελεύθερη,
με διάφορες μουσικές επιρροές
με επιλογές συνήθως καλές
στη ζωή,
αυτοκαταστροφικού ίσως χαρακτήρα
μα κατά βάση ευχάριστου ύφους.
Πάει σινεμά που και που
περπατάει στη πόλη,
περιμένει στην ουρά της ΔΕΗς
και όλο και κάτι χρωστάει,
στο ταξί μιλάει στο κινητό
λέει, της αρέσουν οι γούνες
και το γκούγκλ.
Τρώει δυο φορές τη μέρα
κάνει μπάνιο κάθε τρεις.
Εγώ.
Αυτοί Αυτήν/αυτές.
Εμάς.

Παντού.













κολαζ(isabel reitemeyer)

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

Η Μαρία μου.

Μαρία η Ελλάδα
κάθε μέρα νυχτώνει απτις έξι
αυτό το καιρό
ο καιρός βρέχει και είναι κρύος.
Το αιρ κοντίσιον μέσα
τραγουδάει στο χαλί
κι εγώ καπνίζω με τη καμπαρτίνα
στο μπαλκόνι

μα έχω πέσει
και στον υπόνομο Μαρία
δεν έχει ούτε ένα αστέρι,
η πόλη έχει τόσα λαμπάκια τώρα
βλέπεις;
μα στους υπονόμους δε βλέπεις
ούτε ένα.
ένα πιάνο μου γαργαλάει 
τον αντίχειρα
τι τύχη κι αυτή!
που ακούω κάτι.

το τσιγάρο μου τελείωσε
και θα πάω πάλι πίσω
μα φοβάμαι μη πνιγούμε όλοι,
αγόρασα μια σχεδία σήμερα
γι αυτό
τσιμισκή με παύλου μελά γωνία
και στα λέω με αγωνία όλα αυτά,
όπως καταλαβαίνεις.

Μαρία
ευχαριστώ για τη παρέα
μα πάω μέσα τώρα.
πέταξα το τσιγάρο μου 
αναμμένω
από τον τρίτο κάτω
και μπήκε βαθιά 
βαθιά μέσα στον υπόνομο

κι έτσι εύκολα ανάβω το επόμενο

Μαρία καληνύχτα,




Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

μπιτς μπαρ.

Μέχρι σήμερα το απόγευμα,

δεν έγινα τίποτα
από αυτά που ήθελα να είμαι.
έγινα 
κάτι καταλάθως ,
μέσα στο
άνοιγμα-κλείσιμο
βλεφάρων και χρόνων.
Κι όμως
είμαι η λάμπα του μπιτς μπαρ,
είμαι το ηλεκτρικό ρεύμα
τα βολτ
τα βατ
και βάλε.

Παρόλαυτα κοντά στη θάλασσα
δεν έχει σημασία
ούτε τι έγινε
ούτε τι ήθελες να είσαι,

μόνο οι λάμπες
των μπιτς μπαρ
έχουν σημασία
αυτές
που σε κάνουν να βλέπεις
τους άλλους
όπως νομίζουν ότι σου φαίνονται
που γίναν ο,τι ειναι,

αυτό το απόγευμα 
που έγινε νύχτα.



Τετάρτη 4 Ιουλίου 2018

jim beam.

Ένα jim beam με κάμποση
κόκα κόλα, είπε
και το ήπιε με τρεις γουλιές.
Τον κορόιδεψα από μέσα μου
και του ετοίμασα το επόμενο.
Ήταν 8 το απόγευμα,
φορούσε ένα απαίσιο μπουφάν
κι έμοιαζε με πατέρα
κάποιου ηλίθιου παοκτζή.
Μίλησε για λίγο στο τηλέφωνο,
είπε
τι φαγητό έχει; α καλά,
ακόμα έχεις έλλειψη φαντασίας.
Ήπιε το τρίτο και με πλήρωσε
με πενηντάευρο.
Τον έβλεπα να φεύγει,
ένα ακόμα γεγονός
που αύριο δε θα θυμάμαι,
μια συνομιλία
που μας κόστισε 18 ευρώ
και δυο τέταρτα ζωής.
Αναστέναξα,

σβήνοντας το τσιγάρο μου στο πάτωμα
με τα καινούρια μου
σνίκερς παπούτσια
και μάζεψα το τραπέζι του
σε όσο χρόνο διαρκεί
ένα σύντομο κατούρημα.










κολαζ

Παρασκευή 30 Μαρτίου 2018

οι ελπίδες μου.

Οι ελπίδες μου
για μένα,
είναι σα τους εργάτες
που ξυπνάν τα ξημερώματα
και μέσα στη νύχτα ακόμα,
στέκονται στις γωνίες των δρόμων
και περιμένουν ένα αμάξι
να τους πάει στη δουλειά.
Είναι σα παγωτατζήδες
σε καντίνες το καλοκαίρι
που πληρώνεις για να πάρεις
μια γεύση υγρασίας το μεσημέρι.
Είναι μικρές 
αναμονές ανάσας,

στα πεζοδρόμια της πόλης
που ζούνε εργατικά ελπίζοντας
λιγάκι στον εαυτό τους.



εδώ ο barba.dee.
(που τον ευχαριστώ γι αυτο το προσωπικό gif-δώρο)

Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

βετζινάδικο σελ.

σταματήσαμε
στο ευθύγραμμο βενζινάδικο της γειτονιάς σου
για να καπνίσουμε,
δυο μουσικοί
γλύφουν τα όργανά τους στη γωνία απέναντι.
τον ήχο τους
θα τον φτύσω με φλέμα
στο νιπτήρα του σπιτιού τους
μόλις τελειώσω το τσιγάρο μου
σαυτό το ευθύγραμμο βενζινάδικο shell.
δε μαρέσει νακούω τα ίδια,
και τα ίδια
και τα ίδια
ερωτικές απογοητεύσεις
προτζεκτάκια, η μαμά που πάλι
σας πιέζει απο το τηλέφωνο, η δουλειά
πολύ κουραστική φαντάζομαι κι ένας γνωστός
που έκανε κάτι το αστείο.
στη θεσσαλονίκη
ο αέρας μετακινεί σακούλες τζάμπο
πάνω στα πεζοδρόμια.

Λοιπόν βαρέθηκα, σαυτό το βετζινάδικο
κιαν δε φύγουμε αποδώ
θα του βάλω φωτιά
και θα πεθάνουμε όλοι.
αυτό δε βολεύει και πολύ.
αύριο πρέπει να πάω στο ρεζι για δουλειά
που να ψάχνει η Σω να βάλει άλλον.

ξεκινήσαμε για να φύγουμε,
το ραδιόφωνο πιάνει μόνο λαϊκά σκυλάδικα
και μια ορχήστρα από κάπου στη γερμανία
στη τελευταία στροφή
γύρισα να κοιτάξω τους μουσικούς
στη γωνία απέναντι.
υπήρχαν μόνο σάλια στο πεζοδρόμιο
και ο ήχος τους
πρέπει να ήταν πια αυτό το κίτρινο
παπάκι που επέπλεε
σε μια λίμνη πετρελαίου
από δίπλα.